στρείδι

στρείδι
Κοινό όνομα μαλακίων της ομοταξίας των ακέφαλων ή ελασματοβράγχιων που ανήκουν στις οικογένειες των Οστρεϊδών και των Αβικουλιδών. Ένα είδος γνωστό ως περιζήτητη τροφή είναι το λεγόμενο σ. το εδώδιμο (strea edulis), διαδομένο στα παράκτια ευρωπαϊκά νερά, από τον Εύξεινο Πόντο έως τη Σκανδιναβία. Το είδος αυτό, πολύ ευαίσθητο στις διακυμάνσεις της αλμυρότητας και της θερμοκρασίας, προτιμά καθαρά νερά και πετρώδεις βυθούς. Έχει ενωμένα φύλα και κατά τη διάρκεια μιας ίδιας περιόδου αναπαραγωγής μπορεί να αλλάξει φύλο. Κατά την περίοδο ακμαιότητας δηλαδή μεταξύ 4 και 8 ετών, παράγει ετησίως ένα - δυο εκατομμύρια αβγά, η διάμετρος των οποίων είναι κατά μέσο όρο 0,15 χλστ. Οι βλεφαριδωτές προνύμφες, που γεννιούνται ύστερα από 14 ημέρες κατά τη διάρκεια των οποίων εκτελούν συνεχείς κινήσεις, προσκολλούνται οριστικά στο βυθό κι αρχίζουν να μεγαλώνουν: η θνησιμότητα των προνυμφών είναι εξαιρετικά υψηλή, προπάντων αν οι συνθήκες του περιβάλλοντος δεν είναι ιδιαίτερα ευνοϊκές. Ένα άλλο εδώδιμο σ., αρκετά περιζήτητο και αυτό, είναι το πορτογαλικό σ. (ghryphaea angulata), λιγότερο ευαίσθητο από το προηγούμενο στις διακυμάνσεις της αλμυρότητας και της θερμοκρασίας και που με τις θυρίδες καλά κλειστές μπορεί να αντέξει για αρκετές ώρες έξω απ’ το νερό. Είναι διαδομένο στη δυτική Μεσόγειο και στις ακτές του Ατλαντικού, καθώς και στις εκβολές των ποταμών. Αντίθετα από το κοινό σ., το πορτογαλικό έχει ξεχωριστά φύλα. Εξαιτίας της μεγάλης κατανάλωσης τους, τα εδώδιμα σ. εκτρέφονται ευρύτατα σε πολλές χώρες: όπως είναι φανερό, πρέπει να μη μολύνονται τα οστρεοτροφεία από αποχετεύσεις (για να μη μολυνθεί ο άνθρωπος από τύφο) και από απορρίμματα βιομηχανιών, που θα μπορούσαν να δώσουν στο σ. άσχημη γεύση. Μερικές φορές λέγονται, εσφαλμένα, μαργαριτοφόρα «στρείδια» μερικά μαλάκια του γένους μελεαγρίνη (οικογένεια Αβικουλιδών), μεταξύ των οποίων η μελεαγρίνη η μαργαριτοφόρα (meleagrina margaritifera), γνωστή από την αρχαιότητα και ιδιαίτερα σημαντική γιατί παράγει τα πολυτιμότερα μαργαριτάρια. Στο μαλάκιο αυτό –διαδομένο προπάντων κοντά στις ακτές του κεντρικού δυτικού Ειρηνικού, αλλά και στον Ινδικό ωκεανό– οι δύο θυρίδες μπορούν να φτάσουν διάμετρο 20 εκ. Συγγενή είδη, κι αυτά μαργαριτοφόρα, αλλά με μικρότερες διαστάσεις, είναι η μελεαγρίνη η κοινή (meleagrina vulgaris) του Ινδικού ωκεανού και της Ερυθράς θάλασσας –που εισήχθη και στη Μεσόγειο μετά το άνοιγμα της διώρυγας του Σουέζ–, η μελεαγρίνη της Καλιφόρνιας (meleagrina californiana), διαδομένη στις ακτές της Κεντρικής Αμερικής και η μελεαγρίνη η μαρτένσεια (meleagrina martensi) που εκτρέφεται στην Ιαπωνία για τεχνητή παραγωγή μαργαριταρών. Εδώδιμα στρείδια (ostrea edulis). Είναι περιζήτητη τροφή, γι’ αυτό και εκτρέφονται σε ειδικούς χώρους σε πολλές χώρες.
* * *
το, Ν
1. ζωολ. γενική ονομασία κάθε είδους δίθυρων μαλακίων τών οικογενειών ostreidae και aviculidae
2. φρ. «κολλώ σαν στρείδι»
α) είμαι γερά προσκολλημένος ή τυφλά αφοσιωμένος σε κάποιον
β) είμαι πολύ ενοχλητικός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀστρείδιο(ν), υποκορ. τού ὄστρεον, με σίγηση τού αρκτικού άτονου ο- (πρβλ. ὀμμάτιο(ν) > μάτι)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • στρείδι — το 1. είδος ζώου που ανήκει στα μαλάκια. 2. άνθρωπος πολύ ενοχλητικός: Μου έγινε στρείδι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • οστρέα — η ζωολ. το στρείδι. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. ostrea < λατ. ostrea «στρείδι» < όστρεον (βλ. λ. όστρακο)] …   Dictionary of Greek

  • Fourni-Insel — Gemeinde Fourni Korseon Δήμος Φούρνων Κορσέων DEC …   Deutsch Wikipedia

  • Fourni-Inseln — Gemeinde Fourni Korseon Δήμος Φούρνων Κορσέων DEC …   Deutsch Wikipedia

  • Fourni (Ägäis) — Gemeinde Fourni Korseon Δήμος Φούρνων Κορσεών …   Deutsch Wikipedia

  • Fourni Inseln — Gemeinde Fourni Korseon Δήμος Φούρνων Κορσέων DEC …   Deutsch Wikipedia

  • Fourní (Insel) — Gemeinde Fourni Korseon Δήμος Φούρνων Κορσέων DEC …   Deutsch Wikipedia

  • Phournoi — Gemeinde Fourni Korseon Δήμος Φούρνων Κορσέων DEC …   Deutsch Wikipedia

  • ελασματοβράγχια — Υφομοταξία αμφιπλευροσυμμετρικών μαλακίων, με ατροφική ή χωρίς καθόλου κεφαλή. Η ονομασία τους οφείλεται στην παρουσία δύο φυλλοειδών βραγχίων, τα οποία αποτελούνται από ελασματοειδή βραγχιακά ινίδια. Τα ε. λέγονται και πελεκύποδα, γιατί το πόδι… …   Dictionary of Greek

  • λιμνόστρεον — λιμνόστρεον, τὸ (Α) εδώδιμο στρείδι που ζει μέσα σε λιμνοθάλασσες. [ΕΤΥΜΟΛ. < λίμνη + ὄστρεον «όστρακο»] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”